Friday, June 17, 2011

Αλλαγή του κλίματος και αλιεία: καταπολέμηση της υπερθέρμανσης του πλανήτη και ενίσχυση των αλιευτικών αποθεμάτων


Πηγή: Αλιεία και Υδατοκαλλιέργειες στην Ευρώπη, τεύχος 35, Αύγουστος 2007



 
Το σύνολο των επιστημόνων αναγνωρίζουν ότι η αλλαγή του κλίματος που βιώνουμε σήμερα αποτελεί γεγονός. Η θερμοκρασία της ατμόσφαιρας του πλανήτη αυξήθηκε κατά 0,74°C τον τελευταίο αιώνα. Η αύξηση αυτή μπορεί να φαίνεται ελάχιστη, αλλά οι συνέπειες αυτής της ≪μικρής≫ ανόδου της θερμοκρασίας στα οικοσυστήματα είναι ήδη πολύ σημαντικές και προμηνύουν αυτό που μπορεί να συμβεί αν η θερμοκρασία της Γης αυξηθεί ακόμη περισσότερο, όπως προβλέπουν όλα τα σενάρια των επιστημόνων. Οι συνέπειες στο θαλάσσιο περιβάλλον έχουν αρχίσει να γίνονται αισθητές: η στάθμη της θάλασσας ανεβαίνει, τα θαλάσσια ρεύματα μεταβάλλονται, οι ωκεανοί γίνονται όλο και πιο όξινοι, οι περιοχές κατανομής των ειδών μετατοπίζονται… Οι επιστήμονες της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) επιβεβαιώνουν την αλλαγή του κλίματος και τις συνέπειές της. Υπάρχουν ενδείξεις ότι η εξέλιξη αυτή επιταχύνεται. Τα 10 θερμότερα έτη καταγράφηκαν μετά το 1990. Οι συγκεντρώσεις μεθανίου και διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στην ατμόσφαιρα έχουν φτάσει στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 650.000 ετών…  Σύμφωνα με αυτούς τους εμπειρογνώμονες, η υπερθέρμανση είναι αναπόφευκτη. Αυτό που πρέπει να προσπαθήσουμε στο εξής είναι να την περιορίσουμε. Αν η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη ξεπερνούσε τον 1,5-2,5°C, οι μεταβολές που θα επέρχονταν θα ήταν καταστροφικές για τη βιοποικιλότητα αλλά και για τον ανθρώπινο πολιτισμό. Εξ ου και η ανάγκη να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας, η οποία σύμφωνα με το στόχο που έθεσαν τα 27 κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις αρχές του έτους δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερη από 2°C. Τέθηκαν λοιπόν φιλόδοξοι αριθμητικοί στόχοι, οι οποίοι υπερβαίνουν τις σημερινές διεθνείς δεσμεύσεις της ΕΕ: μείωση, έως το 2020, κατά 20 % των εκπομπών των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και αύξηση του μεριδίου της ανανεώσιμης ενέργειας στη συνολική κατανάλωση ενέργειας της ΕΕ με στόχο το 20 %. Για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, η καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος πρέπει να αναχθεί σε προτεραιότητα όλων των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αλιεία δεν αποτελεί εξαίρεση. Όπως όλες οι οικονομικές δραστηριότητες που καταναλώνουν ενέργεια, έχει αρνητικό αντίκτυπο στο κλίμα. Αν μελετηθεί, από σήμερα κιόλας, η ενεργειακή απόδοση των μεθόδων και των εργαλείων της, η αλιεία μπορεί να συμβάλει στη μείωση της κατανάλωσης της ενέργειας που παράγεται από ορυκτές πηγές, οι οποίες εκπέμπουν τα λεγόμενα ≪αέρια του θερμοκηπίου≫. Ωστόσο, θα πρέπει επίσης να γνωρίζουμε ότι η αλιεία συγκαταλέγεται στις οικονομικές δραστηριότητες που πλήττονται περισσότερο από την αλλαγή του κλίματος. Τα θαλάσσια οικοσυστήματα, από τα οποία εξαρτάται η αλιεία, μεταβάλλονται και τείνουν να μεταβληθούν ακόμη περισσότερο με την εξέλιξη του κλίματος. Η μετανάστευση των θαλάσσιων ειδών αποτελεί ήδη γεγονός. Είναι λοιπόν σημαντικό να ενισχυθούν τα αλιευτικά αποθέματα προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτή η αλλαγή. Σήμερα περισσότερο από ποτέ, είναι ανάγκη να σταματήσει η αποδυνάμωσή τους και, συνεπώς, η υπεραλίευσή τους.…


 Η θερμοκρασία του πλανήτη αυξάνεται και η ανθρώπινη δραστηριότητα είναι η κύρια αιτία. Το γεγονός αυτό αναγνωρίζεται σήμερα ευρύτατα από την επιστημονική κοινότητα και την πλειονότητα των πολιτικών αρχών. Η διαπίστωση είναι οριστική: τα οικοσυστήματα έχουν ήδη επηρεαστεί από την υπερθέρμανση του πλανήτη και, αν δεν αντιδράσουμε γρήγορα, θα συμβούν σημαντικές αλλαγές οι οποίες θα έχουν σοβαρές συνέπειες στο περιβάλλον και όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Ιδιαίτερα εκείνες που εξαρτώνται από την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, όπως η αλιεία.

  Η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC), η οποία συγκεντρώνει επιστήμονες από όλο τον κόσμο, εκτίμησε τον σημερινό και τον μελλοντικό αντίκτυπο της αλλαγής του κλίματος και δημοσίευσε σύντομη έκθεση των εργασιών της. Η έκθεση αυτή δεν αναφέρεται με λεπτομέρειες στα θαλάσσια οικοσυστήματα και στην αλιεία, αλλά αναμένεται ότι η ολοκληρωμένη έκδοσή της, η οποία θα δημοσιευτεί εντός του έτους, θα επιβεβαιώσει τις πολυάριθμες μελέτες που δείχνουν ότι η αλλαγή του κλίματος έχει ήδη επηρεάσει τα θαλάσσια οικοσυστήματα, τα αποθέματα των ψαριών και την αλιεία. Τα συμπεράσματα της έκθεσης περιέχουν ανησυχητικές διαπιστώσεις γενικού χαρακτήρα. Η IPCC βεβαιώνει ότι πολλά οικοσυστήματα απειλούνται από έναν άνευ προηγουμένου συνδυασμό διαταραχών που σχετίζονται με τις κλιματικές αλλαγές, όπως η αύξηση της οξύτητας των ωκεανών, και άλλους παράγοντες, όπως η ρύπανση και η υπερεκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων. Ποσοστό 20 ως 30 % των φυτικών και ζωικών ειδών θα απειληθεί πιθανότατα με εξαφάνιση, αν η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας υπερβεί τον 1,5-2,5°C, ενώ τα σενάρια που μελετώνται προβλέπουν αύξηση της θερμοκρασίας κατά 1,5°C ή περισσότερο στα τέλη του αιώνα. Οι εξελίξεις αυτές θα επηρεάσουν προφανώς και τα θαλάσσια οικοσυστήματα τα οποία ήδη πλήττονται από ορισμένες επιπτώσεις της αλλαγής του κλίματος1. Παραθέτουμε μερικές από τις σημαντικότερες:

Η υπερθέρμανση της θάλασσας – Η αύξηση της ατμοσφαιρικής θερμοκρασίας προκαλεί την αύξηση της θερμοκρασίας των θαλασσίων υδάτων. Η θερμοκρασία των επιφανειακών υδάτων αυξήθηκε κατά 1,5°C περίπου από τη δεκαετία του 1960. Πρόσφατες έρευνες επέτρεψαν να διαπιστωθεί αύξηση της θερμοκρασίας των υδάτων σε βάθος έως και 3.000 μέτρων. Για παράδειγμα, η θερμοκρασία της Βόρειας Θάλασσας αυξήθηκε κατά 1,1°C κατά τη διάρκεια των τελευταίων 30 ετών.

Η αύξηση της οξύτητας των επιφανειακών υδάτων – Οι θάλασσες και οι ωκεανοί έχουν την ικανότητα να απορροφούν το CO2 της ατμόσφαιρας. Όσο αυξανόταν η συγκέντρωση του αερίου, τόσο αυξανόταν η ποσότητα του αερίου που απορροφούσαν οι θάλασσες και οι ωκεανοί, με αποτέλεσμα την αύξηση της οξύτητας των υδάτων. Το pH των ωκεανών μειώθηκε από 8,2 σε 8,1 από τα μέσα του 19ου αιώνα2.   



Η άνοδος της στάθμης της θάλασσας – Η υπερθέρμανση του πλανήτη προκαλεί την τήξη των πάγων, τόσο στους πόλους όσο και στα βουνά. Όλο αυτό το νερό, αποθηκευμένο σε στερεή μορφή, μεταφέρεται τώρα στους ωκεανούς, η στάθμη των οποίων σημειώνει αναπόφευκτα άνοδο. Η άνοδος αυτή είναι 19,5 εκ. από το 1870, γεγονός που προκαλεί διαταραχές στις παράκτιες ζώνες.

Η αύξηση των ακραίων καιρικών φαινομένων – Η αλλαγή του κλίματος μεταφράζεται σήμερα σε αύξηση των χρονικών περιόδων που χαρακτηρίζονται από ξηρασία, καταιγίδες και θύελλες. Στον βορειοανατολικό Ατλαντικό, τα διαστήματα κατά τα οποία επικρατούν σφοδροί άνεμοι και τρικυμίες αυξάνονται συνεχώς. Ευάλωτοι πόροι σε κίνδυνο Οι επιπτώσεις αυτές, οι οποίες έχουν ήδη διαπιστωθεί κατά το μεγαλύτερο μέρος τους, επηρεάζουν εμφανώς ορισμένα είδη. Η υπερθέρμανση του πλανήτη μπορεί, για παράδειγμα, να παίζει ρόλο στη μείωση των αποθεμάτων του μπακαλιάρου στη Βόρεια Θάλασσα και στη Βαλτική. Και αυτό για πολλούς και διάφορους λόγους, δεδομένης της εξαιρετικής περιπλοκότητας της αλληλεπίδρασης του κλίματος με τα οικοσυστήματα. Στη Βόρεια Θάλασσα, η μείωση αυτή μοιάζει να προκαλείται από τις μετακινήσεις των πληθυσμών του πλαγκτού. Το είδος Calanus finmarchicus, το οποίο αποτελεί τη βασική τροφή των προνυμφών του μπακαλιάρου, μετακινήθηκε από τη Βόρεια Θάλασσα στον Αρκτικό Ωκεανό, αναζητώντας ψυχρότερα νερά. Η βιομάζα του στη Βόρεια Θάλασσα μειώθηκε κατά 70 % από τη δεκαετία του 1960. Τα είδη πλαγκτού που έρχονται από το Νότο για να το αντικαταστήσουν χαρακτηρίζονται από μικρότερους πληθυσμούς και είναι ακατάλληλα για το στάδιο προνύμφης του μπακαλιάρου. Η μείωση της προτιμώμενης τροφής των προνυμφών του μπακαλιάρου θα μπορούσε λοιπόν να εξηγήσει εν μέρει τα προβλήματα του μπακαλιάρου στη Βόρεια Θάλασσα. Στη Βαλτική Θάλασσα, οι ήπιοι χειμώνες, η μείωση της εισροής θαλασσίων υδάτων από το Skagerrak και η αύξηση των βροχοπτώσεων και της ροής των ποταμών οδήγησαν σταδιακά στην υφαλμύριση των υδάτων. Έτσι, το αλμυρό νερό, βαρύτερο από το γλυκό νερό, πρέπει να αναζητηθεί σε μεγαλύτερα βάθη. Τα αυγά του μπακαλιάρου, τα οποία βυθίζονται έως ότου συναντήσουν μια συγκεκριμένη πυκνότητα άλατος που θα τους επιτρέψει να παραμείνουν σε αιώρηση, κατεβαίνουν λοιπόν σε ακόμη μεγαλύτερα βάθη, εκεί όπου η έλλειψη οξυγόνου καθιστά πολύ πιο δύσκολη την επιβίωσή τους. Εάν σε αυτό το φαινόμενο προστεθούν η ρύπανση, οι μετακινήσεις του πλαγκτού και η υπεραλίευση, μπορεί να φανταστεί κανείς την τεράστια πίεση που ασκείται σε έναν πληθυσμό που βρίσκεται ήδη υπό πίεση.  
Μετακινήσεις ειδών Όπως είδαμε να συμβαίνει στην περίπτωση του πλαγκτού, η πλέον ορατή ένδειξη της αλλαγής του κλίματος αυτή τη στιγμή είναι η μετακίνηση των ειδών. Ψάρια, μαλάκια και μαλακόστρακα ανεβαίνουν προς το Βορρά αναζητώντας ψυχρότερα ύδατα, είτε γιατί ο οργανισμός τους έχει ανάγκη από ένα συγκεκριμένο εύρος θερμοκρασιών το οποίο το σύνηθες ενδιαίτημά τους, υπερβολικά θερμό πλέον, δεν τους προσφέρει πια, είτε γιατί ακολουθούν τα διάφορα είδη φυτών, πλαγκτού και άλλων θαλάσσιων οργανισμών με τα οποία τρέφονται και τα οποία μεταναστεύουν προς το βορρά. Κάπως έτσι, το μπαρμπούνι, το οποίο σπάνιζε βορείως της Μάγχης, έχει εξελιχθεί από τις αρχές του αιώνα μας σε εμπορικό είδος της Βόρειας Θάλασσας: από 10 τόνους το 1985, τα αλιεύματά του αυξήθηκαν σε 700 τόνους το 2005. Η ίδια τάση παρατηρείται με το λαβράκι: τα αλιεύματά του αυξήθηκαν σε χρονικό διάστημα είκοσι ετών από 31 σε 558 τόνους στη Βόρεια Θάλασσα και από 694 σε 2.429 τόνους στα δυτικά των βρετανικών νήσων. Χωρίς να φτάνουν στα εντυπωσιακά αυτά επίπεδα, άλλα είδη, για τα οποία ήταν κάποτε γνωστό ότι ζούσαν σε μικρότερα γεωγραφικά πλάτη, εξαπλώνονται σήμερα πέραν του 50ου παραλλήλου, όπως ο γαύρος, η σαρδέλα, ο τόνος, ο μονόχειρος, ο παπλωματάς, ο αλεπόσκυλος, ο γλαυκοκαρχαρίας. Παρόμοιο φαινόμενο παρατηρείται επίσης πιο νότια. Είδη τα οποία ζούσαν συνήθως κατά μήκος των αφρικανικών ακτών ανεβαίνουν στον Βορρά. Τα τροπικά είδη του μπακαλιάρου (Physiculus dalwigki), του γαϊδουρόψαρου (Gaidropsarus granti) και του είδους Pisodonophis semicinctus απαντούν σήμερα μέχρι τη Γαλικία. Παρομοίως, στον άτλαντα της CIESM3 για τα εξωτικά είδη, μακραίνει συνεχώς ο κατάλογος των τροπικών ψαριών που έρχονται να εγκατασταθούν μόνιμα στη Μεσόγειο μέσω της διώρυγας του Σουέζ ή των στενών του Γιβραλτάρ・ μεταξύ αυτών, ο καρχαρίνος λείος και η γλώσσα Σενεγάλης, δύο είδη με ενδιαφέρουσες εμπορικές δυνατότητες. Οι αλλαγές αυτές από μόνες τους δεν είναι αρνητικές, καθώς μερικές φορές καταλήγουν σε νέες δυνατότητες αλιευτικών δραστηριοτήτων. Όμως οι έμμεσες συνέπειές τους στην ευαίσθητη ισορροπία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και στα είδη που ζουν σήμερα σε αυτά δεν είναι ακόμη γνωστές. Ως εκ τούτου, απαιτείται συνεχής επαγρύπνηση.

Πολλαπλές συνέπειες Εκτός από τη μετακίνηση των ειδών, η αλλαγή του κλίματος ασκεί άλλου είδους πιέσεις στα υδατικά οικοσυστήματα. Ιδού μερικά παραδείγματα. Τρεφόμενη από τη ρύπανση που προέρχεται από τις καλλιέργειες και τα ανεπεξέργαστα λύματα, η υδατική χλωρίδα αναπτύσσεται υπερβολικά, μειώνοντας το οξυγόνο που περιέχεται στο νερό. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται ευτροφισμός και αποτελεί μια μορφή ρύπανσης η οποία πλήττει το σύνολο των παράκτιων υδάτων της Ευρώπης εδώ και πολύ καιρό. Ωστόσο, εδώ και τριάντα περίπου χρόνια, ο ευτροφισμός έχει λάβει μεγάλες διαστάσεις, λόγω της αύξησης της θερμοκρασίας των υδάτων και της μεταφοράς υλικών από την ξηρά λόγω της διάβρωσης που προκαλεί η άνοδος της στάθμης της θάλασσας. Το φαινόμενο αυτό αποτελεί τη βασική αιτία της αύξησης του αριθμού των πράσινων, κόκκινων και καφέ παλιρροιών και της υπερβολικής αύξησης του πλαγκτού στις ευρωπαϊκές ακτές. Όλα αυτά θέτουν σε κίνδυνο την υποθαλάσσια ζωή στερώντας της το οξυγόνο και, ενίοτε, απελευθερώνοντας τοξικές ουσίες. Πέρα από τα προβλήματα που προκαλούν στις υδατοκαλλιέργειες, αυξάνουν τη θνησιμότητα των νεαρών θαλάσσιων οργανισμών που ζουν κατά μήκος των ακτών. Επίσης, εδώ και πολλές δεκαετίες είναι σε εξέλιξη σε όλον τον πλανήτη μια διεργασία λεύκανσης των κοραλλιών. Πρόκειται για μία από τις πρώτες εκδηλώσεις της οξίνισης των θαλάσσιων υδάτων η οποία πλήττει αυτούς τους ιδιαίτερα ευάλωτους οργανισμούς. Πολλοί επιστήμονες ανησυχούν για τις συνέπειες αυτής της οξίνισης στο αναπνευστικό σύστημα των υδρόβιων ζώων και στην ανάπτυξη των οργανισμών των οποίων ο σκελετός ή το κέλυφος περιέχει ασβέστιο, όπως η πλειονότητα των μαλακίων. Ένα δεδομένο που πρέπει να λάβουν υπόψη τους οι καλλιεργητές κοχυλιών.__   Όπως είδαμε στις μετακινήσεις των ειδών, η θάλασσα είναι ένα πολυσύνθετο σύστημα με παραμέτρους που είναι ελάχιστα γνωστές. Η τροφική αλυσίδα είναι μακριά και περίπλοκη και τοπικά φαινόμενα όπως οι πράσινες παλίρροιες ή η εξαφάνιση των κοραλλιών επηρεάζουν αναπόφευκτα ολόκληρο το οικοσύστημα.

Πιέσεις από παντού Η αλλαγή του κλίματος που βιώνουμε σήμερα δεν είναι βεβαίως η πρώτη που γνωρίζει η Γη. Η εναλλαγή υπερθέρμανσης – παγετώνων, η οποία σημάδεψε την ιστορία του πλανήτη μας, διαδραμάτισε πρωταρχικό ρόλο στην εξέλιξη της χλωρίδας και της πανίδας. Ωστόσο, η σημερινή αλλαγή είναι διαφορετικής φύσης. Η αλλαγή του κλίματος που παρατηρείται σήμερα οφείλεται στον άνθρωπο και στις τεχνητές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Πρόκειται δε για μία εξέλιξη η οποία προχωρά με πρωτοφανείς ρυθμούς: από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι σήμερα, η θερμοκρασία του πλανήτη αυξήθηκε κατά 0,76°C・ εκτός αυτού, τα δέκα τελευταία χρόνια ήταν τα πιο θερμά από τότε που άρχισαν να καταγράφονται οι θερμοκρασίες. Κατά τη διάρκεια των προηγούμενων αλλαγών του κλίματος, η φύση είχε πάντα τη δυνατότητα να προσαρμοστεί στις νέες κλιματικές συνθήκες και να βρει μια νέα ισορροπία (τα ζώα μεταναστεύουν ή αλλάζουν διατροφικές συνήθειες, η χλωρίδα αναπτύσσεται για να απορροφήσει το CO2, … ). Αυτή τη φορά, τα πράγματα είναι διαφορετικά, γιατί ο άνθρωπος έκανε τη φύση ευάλωτη και δεν την αφήνει να εξελιχθεί και να προσαρμοστεί σε μια αλλαγή η οποία προχωρά με ρυθμούς που δεν έχουν προηγούμενο… Όσον αφορά τα θαλάσσια περιβάλλοντα, οι διάφορες μορφές ρύπανσης των υδάτων και η υπερεκμετάλλευση ορισμένων αποθεμάτων ψαριών δημιουργούν μια τέτοια κατάσταση ώστε η προσαρμογή των ειδών στις νέες συνθήκες να καθίσταται δύσκολη, 6 αρ. 35 I Αύγουστος 2007 I

Αλιεία και υδατoκαλλιέργεια στην Ευρώπη εάν όχι αδύνατη. Η παράλληλη παρατήρηση, εντός του ιδίου ενδιαιτήματος, ειδών τα οποία δεν αποτελούν αντικείμενο εκμετάλλευσης και εμπορικών ειδών τείνει να δείχνει ότι τα πρώτα προσαρμόζονται καλύτερα και γρηγορότερα από τα δεύτερα στις νέες συνθήκες που επιβάλλει το κλίμα. Πώς πρέπει να αντιδράσουμε; Η αλληλεπίδραση της αλιείας με το κλίμα έχει διττό χαρακτήρα: από τη μία πλευρά, η αλιεία συμβάλλει στην αλλαγή του κλίματος μέσω της καύσης υδρογονανθράκων και, συνεπώς, της εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου・ από την άλλη πλευρά, πλήττεται από την αλλαγή του κλίματος, καθώς αυτή τροποποιεί τα θαλάσσια οικοσυστήματα, ήτοι τη βάση των αλιευτικών πόρων. Επομένως, η δράση που θα αναληφθεί πρέπει να λάβει υπόψη τις δύο αυτές παραμέτρους του προβλήματος. Όσον αφορά την πρώτη παράμετρο, η αλιεία μπορεί να βοηθήσει στον περιορισμό των κλιματικών αλλαγών μειώνοντας την ποσότητα των ορυκτών καυσίμων που καταναλώνει・ με αυτόν τον τρόπο, συμβάλλει, από την πλευρά της, στη γενικότερη δράση που αποφάσισε να αναλάβει η Ευρωπαϊκή Ένωση για τον περιορισμό των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου. Όσον αφορά τη διαχείριση της αλιείας, είναι σημαντικό, εάν θέλουμε να διατηρήσουμε μια αειφόρο αλιεία, να βοηθήσουμε τα οικοσυστήματα να αντιμετωπίσουν τις μεγάλες αλλαγές με τις οποίες πρέπει να αναμετρηθούν. Ο περιορισμός της πίεσης στα ευάλωτα είδη και η διαχείριση της αλιείας που βασίζεται στο οικοσύστημα, σύμφωνα με την αρχή της ≪μέγιστης βιώσιμης απόδοσης≫ (MSY)4, είναι οι καταλληλότερες δράσεις για να βοηθήσουμε τα θαλάσσια οικοσυστήματα να προσαρμοστούν στην εξέλιξη του κλίματος.

No comments:

Post a Comment